γεγονός
[jeɣoˈnos]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n <-ότος>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Geschehnisουδέτερο | Neutrum, sächlich nγεγονόςγεγονός
- Ereignisουδέτερο | Neutrum, sächlich nγεγονός περιστατικόγεγονός περιστατικό
- Tatsacheθηλυκό | Femininum, weiblich fγεγονός τετελεσμένογεγονός τετελεσμένο