Verbraucher
Maskulinum, männlich | αρσενικό mPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- καταναλωτήςMaskulinum, männlich | αρσενικό mVerbraucherVerbraucher
- καταναλωτικό κοινόNeutrum, sächlich | ουδέτερο nVerbraucher Plural | πληθυντικόςplVerbraucher Plural | πληθυντικόςpl