„Anlagekapital“: Neutrum, sächlich AnlagekapitalNeutrum, sächlich | ουδέτερο n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) κεφάλαιο προς επένδυση κεφάλαιοNeutrum, sächlich | ουδέτερο n προς επένδυση Anlagekapital Anlagekapital