Traduzione Greco-Tedesco per "χρονικό"
"χρονικό" traduzione Tedesco
ταξιδιωτικό χρονικόουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Reiseberichtαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ταξιδιωτικό χρονικόουδέτερο | Neutrum, sächlich n
υποκείμενος σε χρονικό περιορισμό
υποκείμενος σε χρονικό περιορισμό