φαγώνομαι
[faˈɣonome]αποθετικό ρήμα | Deponens dep <-θηκα; -μένος>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- verschleißenφαγώνομαι φθείρομαιφαγώνομαι φθείρομαι
- φαγώνομαι μαλώνω οικείο | umgangssprachlichοικ
- φαγώνομαι βάζω κάτι στο μυαλό μου οικείο | umgangssprachlichοικ