υποκρίνομαι
[ipoˈkrinome]αποθετικό ρήμα | Deponens depμεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-θηκα>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- heuchelnυποκρίνομαιυποκρίνομαι
- darstellen, spielenυποκρίνομαι θέατρο | Theaterθεατυποκρίνομαι θέατρο | Theaterθεατ