„τηρώ“: μεταβατικό ρήμα τηρώ [tiˈro]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-είς; -ησα; -ήθηκα; -ημένος> Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) einhalten, halten, bewahren, befolgen, aufrechterhalten führen einhalten τηρώ κανόνες, συμφωνία τηρώ κανόνες, συμφωνία halten τηρώ υπόσχεση, λόγο τηρώ υπόσχεση, λόγο bewahren τηρώ παραδόσεις τηρώ παραδόσεις befolgen τηρώ εντολή τηρώ εντολή aufrechterhalten τηρώ τάξη τηρώ τάξη führen τηρώ βιβλία τηρώ βιβλία