πιλότος
[piˈlotos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Pilotαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich fπιλότοςπιλότος
esempi
- πιλότος αεροσκάφουςFlugkapitänαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- πιλότος δοκιμαστικών πτήσεωνTestpilotαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f
- πιλότος καταδιωκτικού αεροσκάφουςJagdfliegerαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f