Traduzione Greco-Tedesco per "πηγαίνω"

"πηγαίνω" traduzione Tedesco

πηγαίνω
[piˈjeno]αμετάβατο ρήμα | intransitives Verb v/i <υποτακτική | Konjunktivkonjkt; πάω; πήγα>

Panoramica di tutte le traduzion

(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)

  • gehen
    πηγαίνω
    πηγαίνω
  • fahren (σε nach)
    πηγαίνω με όχημα
    πηγαίνω με όχημα
  • passen (σε κάποιον jemandem με zu)
    πηγαίνω ρούχα
    πηγαίνω ρούχα
esempi
πηγαίνω
[piˈjeno]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <υποτακτική | Konjunktivkonjkt; πάω; πήγα>

Panoramica di tutte le traduzion

(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)

  • (hin)bringen
    πηγαίνω
    πηγαίνω
  • (hin)fahren
    πηγαίνω με αυτοκίνητο
    πηγαίνω με αυτοκίνητο
πηγαίνω στην εκκλησία
in die Kirche gehen
πηγαίνω στην εκκλησία
πηγαίνω στο γιατρό
zum Arzt gehen
πηγαίνω στο γιατρό
πάω ή πηγαίνω περίπατο
πάω ή πηγαίνω περίπατο
πηγαίνω με τα πόδια
zu Fuß gehen
πηγαίνω με τα πόδια
πηγαίνω στην τουαλέτα
auf die Toilette gehen
πηγαίνω στην τουαλέτα
πηγαίνω στο εξωτερικό
πηγαίνω στο εξωτερικό
πηγαίνω στο σχολείο
auf die Schule gehen
πηγαίνω στο σχολείο
πηγαίνω στην αίθουσα αναμονής
ins Wartezimmer hineintreten
πηγαίνω στην αίθουσα αναμονής
πηγαίνω πίσω
πηγαίνω πίσω

Ci comunichi la Sua opinione!

Come trova il dizionario online Langenscheidt?

Grazie per la Sua valutazione!

Desidera lasciare un feedback sui nostri dizionari online?

Manca una traduzione, ha notato un errore o desidera farci un complimento? Compili il nostro modulo per il feedback. Il Suo indirizzo e-mail è opzionale e ci serve solo per rispondere alla Sua richiesta secondo la nostra politica sulla privacy.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Campi obbligatori

Si prega di compilare i campi contrassegnati.

Grazie per il Suo feedback!

Vieni a farci visita al sito: