περιήγηση
[periˈijisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Reisenουδέτερο | Neutrum, sächlich nπεριήγησηπεριήγηση
esempi
- εκτελώ περιήγηση ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
-
- περιήγηση σε μπιραρίεςKneipentourθηλυκό | Femininum, weiblich f
nascondi gli esempimostra più esempi