αρχείο
[arˈçio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- αρχείο
- Dateiθηλυκό | Femininum, weiblich fαρχείο ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υFileουδέτερο | Neutrum, sächlich nαρχείο ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υαρχείο ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ
esempi
- αρχείαπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl ταινιώνFilmarchivουδέτερο | Neutrum, sächlich n
- αρχείο readme ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υInfodateiθηλυκό | Femininum, weiblich f
- αρχείο εγκατάστασης ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υSet-up-Dateiθηλυκό | Femininum, weiblich f
nascondi gli esempimostra più esempi