„άρχοντας“: αρσενικό άρχοντας [ˈarxondas]αρσενικό | Maskulinum, männlich m Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) vornehmer Herr, Reicher vornehmer Herrαρσενικό | Maskulinum, männlich m άρχοντας άρχοντας Reicherαρσενικό | Maskulinum, männlich m άρχοντας πλούσιος άρχοντας πλούσιος esempi ζω σαν άρχοντας leben wie die Made im Speck ζω σαν άρχοντας