„vorbestraft“: Adjektiv vorbestraftAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) σεσημασμένος στο ποινικό μητρώο σεσημασμένος στο ποινικό μητρώο vorbestraft vorbestraft