Domäne
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -n>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- τομέαςMaskulinum, männlich | αρσενικό mDomäne auch | και, επίσηςa. Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUTDomäne auch | και, επίσηςa. Computer | ηλεκτρονικός υπολογιστήςCOMPUT