Deckung
Femininum, weiblich | θηλυκό f <-; -en>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- κάλυψηFemininum, weiblich | θηλυκό fDeckung auch | και, επίσηςa. Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL SchutzDeckung auch | και, επίσηςa. Militär, militärisch | στρατιωτικός όροςMIL Schutz
- μαρκάρισμαNeutrum, sächlich | ουδέτερο nDeckung Sport | αθλητισμόςSPORTDeckung Sport | αθλητισμόςSPORT