„bitterböse“: Adjektiv bitterböseAdjektiv | επίθετο, ως επίθετο adj Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) αγριεμένος, πυρ και μανία αγριεμένος, πυρ και μανία bitterböse bitterböse