„Beschwerdefrist“: Femininum, weiblich BeschwerdefristFemininum, weiblich | θηλυκό f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) προθεσμία για την άσκηση προσφυγής προθεσμίαFemininum, weiblich | θηλυκό f για την άσκηση προσφυγής Beschwerdefrist Rechtswesen | νομικός όροςJUR Beschwerdefrist Rechtswesen | νομικός όροςJUR