„Bedarf“: Maskulinum, männlich BedarfMaskulinum, männlich | αρσενικό m <-(e)s> Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) ανάγκη, είδη γραφείου, ζήτηση ανάγκηFemininum, weiblich | θηλυκό f Bedarf ζήτησηFemininum, weiblich | θηλυκό f Bedarf Bedarf είδηNeutrum Plural | πληθυντικός ουδετέρου npl γραφείου Bedarf Bürobedarf Bedarf Bürobedarf esempi je nach Bedarf ανάλογα με την περίπτωση je nach Bedarf bei Bedarf όπως απαιτείται bei Bedarf ein Glas Orangensaft deckt den täglichen Bedarf an Vitamin C ένα ποτήρι χυμού πορτοκαλιού καλύπτει την ημερήσια ανάγκη βιταμίνης C ein Glas Orangensaft deckt den täglichen Bedarf an Vitamin C (danke,) kein Bedarf umgangssprachlich | οικείοumg ironisch | ειρωνικάiron (ευχαριστώ,) αλλά δεν ενδιαφέρομαι (danke,) kein Bedarf umgangssprachlich | οικείοumg ironisch | ειρωνικάiron nascondi gli esempimostra più esempi