χειρίζομαι
[çiˈrizome]αποθετικό ρήμα | Deponens depμεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t <-στηκα>Panoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- bedienenχειρίζομαι συσκευήχειρίζομαι συσκευή
- steuernχειρίζομαι μηχάνημαχειρίζομαι μηχάνημα
- handhabenχειρίζομαι υπόθεση, εργαλείοχειρίζομαι υπόθεση, εργαλείο
- behandelnχειρίζομαι θέμαχειρίζομαι θέμα
esempi
- χειρίζομαι με δεξιοτεχνία