„φλεβοτομία“: θηλυκό φλεβοτομία [flevotoˈmia]θηλυκό | Femininum, weiblich f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Aderlass Aderlassαρσενικό | Maskulinum, männlich m φλεβοτομία ιστορία | Geschichteιστ φλεβοτομία ιστορία | Geschichteιστ