υποτιθέμενος
[ipotiˈθemenos], υποτιθέμενη, υποτιθέμενοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- angenommenυποτιθέμενοςυποτιθέμενος
- mutmaßlichυποτιθέμενος δράστηςυποτιθέμενος δράστης