τροπή
[troˈpi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Wendungθηλυκό | Femininum, weiblich fτροπή αλλαγή κατεύθυνσηςτροπή αλλαγή κατεύθυνσης
- Umwandlungθηλυκό | Femininum, weiblich fτροπή μετατροπήτροπή μετατροπή