„τρία“: αριθμητικό | ουδέτερο τρία [ˈtria]αριθμητικό | Numerale, Zahlwort numουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) drei drei τρία τρία esempi τρία τέταρταπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl drei Viertel τρία τέταρταπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl „τρία“: ουδέτερο τρία [ˈtria]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Drei Dreiθηλυκό | Femininum, weiblich f τρία τρία