ταχύτητα
[taˈçitita]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Geschwindigkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fταχύτητα φυσταχύτητα φυσ
- Schnelligkeitθηλυκό | Femininum, weiblich fταχύτητα γληγοράδαTempoουδέτερο | Neutrum, sächlich nταχύτητα γληγοράδαταχύτητα γληγοράδα
- Gangαρσενικό | Maskulinum, männlich mταχύτητα αυτοκίνητο | Autoαυτοκταχύτητα αυτοκίνητο | Autoαυτοκ
esempi
-
- ταχύτητεςπληθυντικός | Plural pl αυτοκίνητο | AutoαυτοκSchaltungθηλυκό | Femininum, weiblich f
- ταχύτητα ανάγνωσηςLesegeschwindigkeitθηλυκό | Femininum, weiblich f
nascondi gli esempimostra più esempi