„συνένοχος“: αρσενικό και θηλυκό συνένοχος [siˈnenoxos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Komplize, Komplizin, Mitschuldige Mitschuldige(r)αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f συνένοχος Komplizeαρσενικό | Maskulinum, männlich m συνένοχος Komplizinθηλυκό | Femininum, weiblich f συνένοχος συνένοχος esempi είμαι συνένοχος mitschuldig sein είμαι συνένοχος