σκανάρω
[skaˈnaro]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- einscannenσκανάρω ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υσκανάρω ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ