„πρόχειρο“: ουδέτερο πρόχειρο [ˈproçiro]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Clipboard Clipboardουδέτερο | Neutrum, sächlich n πρόχειρο ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ πρόχειρο ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ