„πρόγονος“: αρσενικό και θηλυκό πρόγονος [ˈproɣonos]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Ahn, Vorfahr Ahnαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f πρόγονος Vorfahrαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -inθηλυκό | Femininum, weiblich f πρόγονος πρόγονος