„προστίθεμαι“: μεσοπαθητικό ρήμα προστίθεμαι [prosˈtiθeme]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) hinzukommen hinzukommen προστίθεμαι προστίθεμαι esempi προστίθεται επιπλέον ότι … es kommt noch hinzu, dass … προστίθεται επιπλέον ότι …