„προσέγγιση“: θηλυκό προσέγγιση [proˈseŋgjisi]θηλυκό | Femininum, weiblich f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Annäherung, Anflug Annäherungθηλυκό | Femininum, weiblich f προσέγγιση προσέγγιση Anflugαρσενικό | Maskulinum, männlich m προσέγγιση αεροπορία | Luftfahrtαεροπ προσέγγιση αεροπορία | Luftfahrtαεροπ esempi κατά προσέγγιση annähernd, ungefähr κατά προσέγγιση