„πλακίδιο“: ουδέτερο πλακίδιο [plaˈkjiðio]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Chip Chipαρσενικό | Maskulinum, männlich m πλακίδιο πλακίδιο