πισίνα
[piˈsina]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Schwimmbeckenουδέτερο | Neutrum, sächlich nπισίνα δεξαμενήπισίνα δεξαμενή
- Swimmingpoolαρσενικό | Maskulinum, männlich mπισίνα σε έπαυληπισίνα σε έπαυλη
- Schwimmhalleθηλυκό | Femininum, weiblich fπισίνα κολυμβητήριοSchwimmbadουδέτερο | Neutrum, sächlich nπισίνα κολυμβητήριοπισίνα κολυμβητήριο
esempi
- πισίνα με τεχνητά κύματαWellenbadουδέτερο | Neutrum, sächlich n