„περασμένος“ περασμένος [perazˈmenos], περασμένη, περασμένοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adj Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) vergangen vergangen περασμένος περασμένος esempi είναι περασμένες δύο es ist zwei Uhr vorbei είναι περασμένες δύο τον περασμένο μήνα im vergangenen Monat τον περασμένο μήνα