„παρέκει“: επίρρημα παρέκει [paˈrekji]επίρρημα | Adverb adv Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) weiter weiter παρέκει παρέκει esempi ως εδώ και μη παρέκει! das reicht aber! ως εδώ και μη παρέκει!