παπάκι
[paˈpakji]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Entenkükenουδέτερο | Neutrum, sächlich nπαπάκιπαπάκι
- Klammeraffeθηλυκό | Femininum, weiblich fπαπάκι τυπογραφία | Buchdruck, Typografieτυπογρπαπάκι τυπογραφία | Buchdruck, Typografieτυπογρ
- Motorrollerαρσενικό | Maskulinum, männlich mπαπάκι μηχανάκι οικείο | umgangssprachlichοικπαπάκι μηχανάκι οικείο | umgangssprachlichοικ