Traduzione Greco-Tedesco per "πέτρωμα"
"πέτρωμα" traduzione Tedesco
σεληνιακό πέτρωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Mondgesteinουδέτερο | Neutrum, sächlich n
Mondsteinαρσενικό | Maskulinum, männlich m
σεληνιακό πέτρωμαουδέτερο | Neutrum, sächlich n