„οπωσδήποτε“: επίρρημα οπωσδήποτε [opozˈðipote]επίρρημα | Adverb adv Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) auf jeden Fall, unbedingt auf jeden Fall οπωσδήποτε σε κάθε περίπτωση οπωσδήποτε σε κάθε περίπτωση unbedingt οπωσδήποτε βέβαια, φυσικά οπωσδήποτε βέβαια, φυσικά