„ολοκληρώνομαι“: μεσοπαθητικό ρήμα ολοκληρώνομαι [olokliˈronome]μεσοπαθητικό ρήμα | mediopassives Verb v/mp Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) sich vollziehen sich vollziehen ολοκληρώνομαι ολοκληρώνομαι