„οδοντίατρος“: αρσενικό και θηλυκό οδοντίατρος [oðonˈdiatros]αρσενικό και θηλυκό | Maskulinum und Femininum m/f Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Zahnarzt Zahnarztαρσενικό | Maskulinum, männlich m, -ärztinθηλυκό | Femininum, weiblich f οδοντίατρος οδοντίατρος