νούμερο
[ˈnumero]ουδέτερο | Neutrum, sächlich nPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Nummerθηλυκό | Femininum, weiblich fνούμερο αριθμόςZahlθηλυκό | Femininum, weiblich fνούμερο αριθμόςνούμερο αριθμός
- Größeθηλυκό | Femininum, weiblich fνούμερο ρούχου, παπουτσιώννούμερο ρούχου, παπουτσιών
- Nummerθηλυκό | Femininum, weiblich fνούμερο παράξενος άνθρωποςνούμερο παράξενος άνθρωπος
esempi
- νούμεραπληθυντικός ουδετέρου | Neutrum Plural npl πωλήσεωνAbsatzzahlenπληθυντικός | Plural pl
nascondi gli esempimostra più esempi