„μισοπεθαμένος“ μισοπεθαμένος [misopeθaˈmenos], μισοπεθαμένη, μισοπεθαμένοεπίθετο, ως επίθετο | Adjektiv adjκαι | und κ. μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) halb tot halb tot μισοπεθαμένος μισοπεθαμένος