μητρόπολη
[miˈtropoli]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Metropoleθηλυκό | Femininum, weiblich fμητρόπολη μεγαλούπολημητρόπολη μεγαλούπολη
- Erzbistumουδέτερο | Neutrum, sächlich nμητρόπολη θρησκεία | Religionθρησκμητρόπολη θρησκεία | Religionθρησκ
- Kathedraleθηλυκό | Femininum, weiblich fμητρόπολη ναόςμητρόπολη ναός
- Mutterlandουδέτερο | Neutrum, sächlich nμητρόπολη χώραμητρόπολη χώρα
esempi
- μητρόπολη εμπορίουHandelsmetropoleθηλυκό | Femininum, weiblich f