μεταφραστής
[metafrasˈtis]αρσενικό | Maskulinum, männlich mPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Übersetzerαρσενικό | Maskulinum, männlich mμεταφραστής γραπτού κειμένουμεταφραστής γραπτού κειμένου
- Dolmetscherαρσενικό | Maskulinum, männlich mμεταφραστής διερμηνέαςμεταφραστής διερμηνέας