„λινκ“: ουδέτερο λινκ [link]ουδέτερο | Neutrum, sächlich n Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) Link Linkουδέτερο | Neutrum, sächlich n λινκ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ λινκ ηλεκτρονικός υπολογιστής | Computerη/υ