Traduzione Greco-Tedesco per "κύκλος"

"κύκλος" traduzione Tedesco

κύκλος
[ˈkjiklos]αρσενικό | Maskulinum, männlich m

Panoramica di tutte le traduzion

(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)

  • Kreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κύκλος σχήμα μαθηματικά | Mathematikμαθ
    κύκλος σχήμα μαθηματικά | Mathematikμαθ
  • Zirkelαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κύκλος
    κύκλος
  • Kreisbahnθηλυκό | Femininum, weiblich f
    κύκλος κυκλική πορεία
    κύκλος κυκλική πορεία
  • Kreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κύκλος περιβάλλον μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
    κύκλος περιβάλλον μεταφορικά | in übertragenem Sinnμτφ
  • Zyklusαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κύκλος ιατρική | Medizinιατρ
    κύκλος ιατρική | Medizinιατρ
  • Augenringeπληθυντικός αρσενικού | Maskulinum Plural mpl
    κύκλος πληθυντικός | Pluralpl στα μάτια
    κύκλος πληθυντικός | Pluralpl στα μάτια
esempi
  • Familienkreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
  • κύκλος μαθημάτων
    Kursαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κύκλος μαθημάτων
  • κύκλος μαθημάτων κατά τη διάρκεια των διακοπών
    Ferienkursαρσενικό | Maskulinum, männlich m
    κύκλος μαθημάτων κατά τη διάρκεια των διακοπών
  • nascondi gli esempimostra più esempi
ευρύτερος οικογενειακός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Großfamilieθηλυκό | Femininum, weiblich f
ευρύτερος οικογενειακός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
φαύλος κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Teufelskreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
φαύλος κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
τροπικός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Wendekreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
τροπικός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ζωδιακός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Tierkreisαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ζωδιακός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
ηγετικός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
Führungsriegeθηλυκό | Femininum, weiblich f
ηγετικός κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m
κατώτερος κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m εκπαίδευσης
Unterstufeθηλυκό | Femininum, weiblich f
κατώτερος κύκλοςαρσενικό | Maskulinum, männlich m εκπαίδευσης

Ci comunichi la Sua opinione!

Come trova il dizionario online Langenscheidt?

Grazie per la Sua valutazione!

Desidera lasciare un feedback sui nostri dizionari online?

Manca una traduzione, ha notato un errore o desidera farci un complimento? Compili il nostro modulo per il feedback. Il Suo indirizzo e-mail è opzionale e ci serve solo per rispondere alla Sua richiesta secondo la nostra politica sulla privacy.

Veuillez confirmer que vous êtes bien un être humain en cochant cette case.*

*Campi obbligatori

Si prega di compilare i campi contrassegnati.

Grazie per il Suo feedback!

Vieni a farci visita al sito: