κτίση
[ˈktisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Erbauungθηλυκό | Femininum, weiblich fκτίση οικοδόμησηκτίση οικοδόμηση
- Erschaffungθηλυκό | Femininum, weiblich fκτίση δημιουργίακτίση δημιουργία
- Schöpfungθηλυκό | Femininum, weiblich fκτίση πλάση, του κόσμουκτίση πλάση, του κόσμου