κατατόπιση
[kataˈtopisi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Informierungθηλυκό | Femininum, weiblich fκατατόπιση πληροφορίαInformationθηλυκό | Femininum, weiblich fκατατόπιση πληροφορίακατατόπιση πληροφορία
- Einweisungθηλυκό | Femininum, weiblich fκατατόπιση σε μια εργασίαEinarbeitungθηλυκό | Femininum, weiblich fκατατόπιση σε μια εργασίακατατόπιση σε μια εργασία