κατατοπίζω
[katatoˈpizo]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/tPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- κατατοπίζω δείχνω
- informieren (για über+αιτιατική | +Akkusativ +akk)κατατοπίζω πληροφορώκατατοπίζω πληροφορώ
- einweisen (σε in+αιτιατική | +Akkusativ +akk)κατατοπίζω σε εργασίαeinarbeitenκατατοπίζω σε εργασίακατατοπίζω σε εργασία