„καταστρώνω“: μεταβατικό ρήμα καταστρώνω [kataˈstrono]μεταβατικό ρήμα | transitives Verb v/t Panoramica di tutte le traduzion (Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli) entwerfen entwerfen καταστρώνω σχέδιο καταστρώνω σχέδιο