καταγραφή
[kataɣraˈfi]θηλυκό | Femininum, weiblich fPanoramica di tutte le traduzion
(Fai clic sulla/Tocca traduzione per maggiori dettagli)
- Registrierungθηλυκό | Femininum, weiblich fκαταγραφήκαταγραφή
- Bestandsaufnahmeθηλυκό | Femininum, weiblich fκαταγραφή εμπορευμάτωνκαταγραφή εμπορευμάτων
esempi
- καταγραφή χρόνου εργασίαςZeiterfassungθηλυκό | Femininum, weiblich fZeitkontoουδέτερο | Neutrum, sächlich n